Εισαγωγή: Οι λευχαιμίες αποτελούν παθολογικές καταστάσεις αγνώστου αιτιολογίας, με υπερπλασία της λευκής σειράς. Οι οξείες λευχαιμίες, στις οποίες κυριαρχούν άωρα κύτταρα της μυελικής ή λεμφικής σειράς, έχουν ραγδαία εξέλιξη με βαριάς μορφής συμπτώματα και εάν δεν εφαρμοστεί θεραπεία έχουν κακή έκβαση. Αντίθετα, οι χρόνιες λευχαιμίες, στις οποίες κυριαρχούν ώριμα κύτταρα της κοκκιώδους και λεμφικής σειράς, έχουν βραδεία εξέλιξη και ήπια συμπτώματα. Οι λευχαιμίες, ανάλογα με την κυτταρική σειρά που πάσχει, ταξινομούνται σε μυελογενείς και λεμφογενείς. Σκοπός: Σκοπός της παρούσας εργασίας ήταν η μελέτη του επιπολασμού των οξειών λευχαιμιών στον νεανικό πληθυσμό (ηλικίες από 0 έως 14 ετών) της Ελλάδας και η σχέση του με τα αντίστοιχα παγκόσμια δεδομένα. Υλικά και Μέθοδοι: Μετά από έρευνα στο αρχείο της ογκολογικής κλινικής του Γενικού Νοσοκομείου Παίδων Αθηνών «Παναγιώτης και Αγλαΐα Κυριακού», έγινε καταγραφή, για τα έτη 2000-2009, των ατόμων που παρουσιάζουν οξεία λευχαιμία στην Ελλάδα. Η καταχώρηση, επεξεργασία και στατιστική μελέτη όλων των περιστατικών έγινε με τη βοήθεια του προγράμματος υπολογιστικών φύλλων και επεξεργασίας, Microsoft Excel. Αποτελέσματα: Σύμφωνα με τα αποτελέσματα από 268 άτομα ηλικίας από 0 έως 14 ετών κατά τα έτη 2000 έως 2009, παρατηρήθηκε υπεροχή των περιστατικών στα αγόρια έναντι των κοριτσιών, με αναλογία περίπου 1,5:1. Τα αγόρια αποτελούσαν το 59% του πληθυσμού, ενώ τα κορίτσια το 41%. Ακόμη, βρέθηκε ότι η οξεία λεμφογενής λευχαιμία, αποτελούσε την πλειοψηφία των περιστατικών οξείας λευχαιμίας σε παιδιά ηλικίας έως 14 ετών και καταλαμβάνανε το 88% του συνόλου, ενώ η οξεία μυελογενής λευχαιμία αποτελούσε το 12% αντίστοιχα. Από το σύνολο των ατόμων που πάσχουν από λευχαιμία το 14% είχε μοιραία κατάληξη. Το μεγαλύτερο μέρος των περιστατικών αφορούσε παιδιά ηλικίας από 0 έως 4 ετών και στο 68% του συνόλου των περιστατικών τα παιδιά είχαν καταγωγή από τη Στερεά Ελλάδα. Από τους υποτύπους της οξείας λεμφογενούς λευχαιμίας συχνότερα εμφανίζεται ο υπότυπος L1 σε ποσοστό 77%, ενώ ακολουθεί ο υπότυπος L2 και L3 με 19% και 3% αντίστοιχα. Συζήτηση/Συμπεράσματα: Επειδή οι οξείες λευχαιμίες πιθανά να έχουν μοιραία κατάληξη για τη ζωή των ασθενών και είναι η δεύτερη αιτία θανάτου στις παιδικές νεοπλασίες, κρίνεται αναγκαία η έγκαιρη διάγνωσή τους. Μελέτες υποστηρίζουν ότι η έγκαιρη διάγνωση αποτελεί ευνοϊκό προγνωστικό παράγοντα και αυξάνει τις πιθανότητες ίασης και το προσδόκιμο επιβίωσης με την κατάλληλη θεραπευτική αγωγή. Τα τελευταία χρόνια έχει επιτευχθεί σημαντική πρόοδος στην κατανόηση των παθολογικών μηχανισμών που ευθύνονται για την εμφάνιση οξειών λευχαιμιών στα παιδιά, όπως και στην καταπολέμησή τους με την ανάπτυξη αποτελεσματικών θεραπευτικών μεθόδων αντιμετώπισης, με αποτέλεσμα σήμερα να επιτυγχάνεται πλήρης ίαση σε ποσοστό μεγαλύτερο από το 70%. Η μελέτη συμφωνεί με τα τελευταία πρόσφατα βιβλιογραφικά δεδομένα. Για την καλύτερη διεξαγωγή συμπερασμάτων κρίνεται αναγκαία η μελέτη μεγαλύτερου δείγματος πληθυσμού.
Introduction: Leukemias are malignant disorders of unknown cause characterized by diffuse proliferation of the white cell line. The acute leukemias in which immature marrow or lymph cells dominate have a rapid progression with severe symptoms and if not treated immediately are fatal. On the contrary, chronic leukemias in which mature granular and lymph cells dominate have a slow progression with mild symptoms. Leukemias are classified to myeloid and lymphoid depending on the pathology of the cell line. Objective: The aim of the present research paper was to study the prevalence of acute leukemias in the younger population (ages 0 to 14 years) of Greece, as well as the comparison of the corresponding global data. Materials and Methods: The data of acute leukemia cases were collected from files of the oncology clinic in the General Children's Hospital of Athens “Panagiotis and Aglaia Kyriakou”. The recording, processing and statistical study of the data was carried out by the Microsoft Excel program. Results: According to the research among 268 patients 0-14 years old during the years 2000-2009, the incidence is more frequent among the boys than the girls at a rate of about 1,5:1. The boys consisted 59% of the total sample against 41% of the girls. Also, it was observed that the acute lymphoid leukemia consisted the majority of acute leukemia cases in children of age up to 14 years old during the decade 2000-2009 at 88%, while the acute myeloid leukemia was 12% of the total of the recorded cases. 14% of the total number of cases was fatal. The greater part of the cases concerned children between 0 and 4 years old and 68% of the total cases were of ‘’Sterea Ellada‘’ origin. Among the subtypes of acute lymphoid leukemia, the subtype L1 was more frequent at 77%, while the subtypes L2 and L3 followed at 19% and 3% respectively. Discussion/Conclusions: As acute leukemia could be fatal for the patient, it is the second cause of death in childhood malignancies, its early diagnosis is of primary importance. Relevant studies prove that the early diagnosis is a favorable prognostic factor increasing the possibilities of total remission and the survival expectancy with the proper treatment. Significant progress has been made during the last years in understanding the cause of acute leukemias in children and in developing more effective treatments which result to achieving a total remission over 70%. This paper agrees with the latest relevant bibliography. Further study of a larger population sample is necessary for more valid results.