Η Πτηνο – Κτηνοτροφική παραγωγή τις τελευταίες δεκαετίες έχει αποκτήσει έντονα επιχειρηματική μορφή στη χώρα μας, μάλιστα ο Νομός Ευβοίας κατέχει μεγάλο ποσοστό της πανελλαδικής προσφοράς σε «λευκό» κρέας. Στην προσπάθεια που καταβάλει ο κλάδος για να γίνει ανταγωνιστικός επιλέγονται εκτροφές μεγάλου αριθμού ζώων σε μικρούς, ελεγχόμενους συνήθως τεχνητού περιβάλλοντος χώρους. Αποτέλεσμα της συγκέντρωσης αυτής είναι η παραγωγή και η συσσώρευση μεγάλων ποσοτήτων αποβλήτων, οργανικής προέλευσης κυρίως, γύρω από τις μονάδες αυτές και η επιτακτική ανάγκη ορθολογικού χειρισμού και διάθεσής τους. Στην περιοχή του Πισσώνα Ευβοίας, λόγω της μεγάλης συσσώρευσης πτηνο-κτηνοτροφικών μονάδων παρατηρείται έντονη υποβάθμιση του περιβάλλοντος. Πιο συγκεκριμένα παρατηρείται ρύπανση του εδάφους και των υπόγειων και επιφανειακών νερών λόγω της διάθεσης ανεπεξέργαστων υγρών αποβλήτων, καταστροφή του φυσικού περιβάλλοντος και του τοπίου λόγω της ανεξέλεγκτης απόρριψης στερεών απορριμμάτων και κόπρου και υποβάθμιση της ποιότητας της ατμόσφαιρας λόγω της έκλυσης δύσοσμων αερίων. Η παρούσα εργασία έχει ως σκοπό να αποτυπώσει, όσο είναι δυνατόν, την κατάσταση που επικρατεί στην περιοχή, όχι μόνο από την πλευρά των επιχειρηματιών αλλά και από την πλευρά των κατοίκων και των αρμόδιων υπηρεσιών. Έτσι επιλέχθηκε η διαμόρφωση της σε δύο βασικά μέρη. Το πρώτο μέρος (γενικό) αναφέρεται σε βιβλιογραφικά δεδομένα και στην Νομοθεσία για τον πρότυπο και ορθό τρόπο λειτουργίας όλων των ειδών των πτηνο – κτηνοτροφικών μονάδων έτσι ώστε να μην δημιουργούνται επιπτώσεις στον περιβάλλον. Το δεύτερο μέρος (ειδικό) βασίζεται σε έρευνα και χωρίζεται σε τρία επιμέρους τμήματα. Το πρώτο αφορά την υφιστάμενη κατάσταση του Πισσώνα Ευβοίας όπως διερευνήθηκε μετά από επιτόπου επισκέψεις. Στο δεύτερο τμήμα παρουσιάζονται οι απόψεις της τοπικής κοινωνίας όπως αυτή εκφράσθηκε
2
μέσα από συζητήσεις και δημοσιεύματα κύρια στον τοπικό τύπο και δευτερευόντως σε εφημερίδες και κανάλια πανελλαδικής εμβέλειας. Στο τρίτο τμήμα αναλύονται οι απόψεις και οι ενέργειες των υπηρεσιών της Διεύθυνσης Υγείας, της Διεύθυνσης Περιβάλλοντος και της Διεύθυνσης Κτηνιατρικής της Ν.Α. Ευβοίας. Τέλος παρουσιάζονται προτάσεις-μέτρα για την αντιμετώπιση των περιβαλλοντικών επιπτώσεων από τη λειτουργία τους, ενώ δίνεται ως παράδειγμα και μία πρότυπη χοιροτροφική μονάδα που λειτουργεί στην Τρίπολη, του Νομού Αρκαδίας και καθορίζει τον τρόπο με τον οποίο πρέπει να λειτουργεί κάθε μονάδα που θέλει να είναι βιώσιμη και παράλληλα να μην αποτελεί περιβαλλοντικό ‘βάρος’.