Η παραπομπή ενός παιδιού με προβλήματα συμπεριφοράς σε υπηρεσίες ψυχικής υγείας εξαρτάται συνήθως από το επίπεδο ανοχής και τις αντιλήψεις των ενηλίκων για τη συμπεριφορά του. Οι παιδαγωγοί αποτελούν μία από τις πιο συχνές πηγές παραπομπής των παιδιών στους ειδικούς (Brunstetter, 1985; Κάκουρος και συν., 1995). Σύμφωνα με ελληνικά και διεθνή ερευνητικά δεδομένα, η Διαταραχή Ελλειμματικής Προσοχής - Υπερκινητικότητα (ΔΕΠ-Υ) αποτελεί την πιο συνήθη αιτία παραπομπής παιδιών σε τέτοιες υπηρεσίες (Κάκουρος και συν., 1995; Barkley, 1990). Στόχος της παρούσας έρευνας ήταν η διερεύνηση των αντιλήψεων των μελλοντικών παιδαγωγών σχετικά με τη φύση και τα αίτια της ΔΕΠ-Υ και η πιθανή διαφοροποίησή τους ανάλογα με το φύλο του παιδιού. Το δείγμα της έρευνας αποτέλεσαν 160 φοιτήτριες του Τμήματος Βρεφονηπιοκομίας του Τ.Ε.Ι. Αθήνας. Το ερωτηματολόγιο που τους χορηγήθηκε παρουσίαζε την περίπτωση ενός παιδιού με συμπτώματα ΔΕΠ-Υ, η οποία ακολουθούνταν από δύο κλίμακες τύπου Likert σχετικά με τη φύση και τα αίτια της συμπεριφοράς αυτής. Στα μισά ερωτηματολόγια παρουσιάστηκε η περίπτωση ενός αγοριού με ΔΕΠ-Υ ενώ στα υπόλοιπα η περίπτωση ενός κοριτσιού με την ίδια ακριβώς συμπεριφορά. Σύμφωνα με τα αποτελέσματα της έρευνας, η ίδια μορφή διασπαστικής συμπεριφοράς αξιολογούνταν ως περισσότερο τυπική σε σχέση με το φύλο του παιδιού στην περίπτωση των αγοριών και λιγότερο τυπική στην περίπτωση των κοριτσιών. Επιπλέον, όσο λιγότερο τυπική θεωρούνταν για τα κορίτσια, τόσο μεγαλύτερη ανησυχία θα έπρεπε να προκαλεί στους γονείς τους, σύμφωνα με τους μελλοντικούς παιδαγωγούς. Στη βάση των αποτελεσμάτων αυτών συζητείται η σημασία του φύλου του παιδιού στις αντιλήψεις των ενηλίκων σχετικά με τη συμπεριφορά του και η επίδραση του φύλου σε πρακτικές κοινωνικοποίησης οι οποίες μπορεί να σχετίζονται με τη μείωση ή την επιδείνωση συμπτωμάτων ψυχοπαθολογίας.