Η εργασία αυτή αναφέρεται σε ορισμένα συμπεράσματα τα οποία προέρχονται από σειρά ερευνών, τις οποίες έχουμε διεξάγει τα τελευταία χρόνια, καθώς και σε ορισμένες σκέψεις μας σχετικά με τη διάγνωση και αντιμετώπιση παιδιών με ΔΕΠ-Υ τα οποία παρουσιάζουν μαθησιακές δυσκολίες, διαταραχές διαγωγής, και γενικά δυσκολίες στην προσαρμογή και τη λειτουργικότητά τους στο περιβάλλον. Χρησιμοποιώντας τα κριτήρια του DSM-IV σε πληθυσμό παιδιών νηπιακής ηλικίας, διαπιστώσαμε ότι το 4.3% παρουσίαζε ΔΕΠ-Υ. Αναζητώντας αυτά τα παιδιά όταν ήταν μαθητές της Α' Δημοτικού, διαπιστώσαμε ότι όλα αντιμετώπιζαν Ειδικές Μαθησιακές Δυσκολίες (Κάκουρος & Μανιαδάκη, 2000). Από το σύνολο των 205 παιδιών, τα οποία παραπέμφθηκαν στην ψυχολογική υπηρεσία Ιατροπαιδαγωγικού Κέντρου, το 42.9% παρουσίαζε ΔΕΠ-Υ και Ε.Μ.Δ. (Κάκουρος, 1995). Από τα παιδιά στα οποία γίνεται διάγνωση ΔΕΠ-Υ, ένα μεγάλο ποσοστό (75%) θα παρουσιάσει αργότερα Διαταραχές Διαγωγής ενώ ταυτόχρονα υπάρχουν συχνά δυσκολίες προσαρμογής και λειτουργικότητας στο περιβάλλον. Από στοιχεία των παραπάνω ερευνών, αλλά και από έρευνες που έγιναν στο εξωτερικό, εγείρονται προβληματισμοί για τη αίτια, τη συννοσηρότητα και την έκβαση της ΔΕΠ-Υ. Για την καλύτερη κατανόηση της διαδικασίας της επιγένεσης των προβλημάτων σε παιδιά με ΔΕΠ-Υ, προτείνεται η πολυεπίπεδη προσέγγιση τόσο κατά τη διαδικασία της διάγνωσης όσο και στην αντιμετώπιση των πρωτογενών και δευτερογενών προβλημάτων των παιδιών αυτών.