Περίληψη:Η λεϊσμανίωση του σκύλου (ΛΣ) είναι συστηματική νόσος που προκαλείται από είδη του πρωτοζώου του γένους Leishmania και μεταδίδεται μέσω του νύγματος μολυσμένων θηλυκών σκνιπών (φλεβοτόμων). Το υπεύθυνο είδος στις παραμεσόγειες χώρες είναι η Leishmania infantum. Η νόσος εκδηλώνεται με ποικιλία συμπτωμάτων από κάθε οργανικό σύστημα. Η ανοσολογική απάντηση του σκύλου είναι κρίσιμη για την εξέλιξη της νόσου και την ανταπόκριση στη θεραπεία. Μολυσμένοι σκύλοι που ενεργοποιούν αποτελεσματικά την κυτταρική τους ανοσία (Th1) παραμένουν ασυμπτωματικοί, ενώ οι σκύλοι που ενεργοποιούν τη χυμική ανοσία (Th2) εκδηλώνουν τη νόσο. Ο προσδιορισμός των CD4+ και CD8+ Τ-λεμφοκυττάρων στο περιφερικό αίμα θεωρείται απλή και γρήγορη μέθοδος για την εκτίμηση του επιπέδου της ανοσίας σε σκύλους με λεϊσμανίωση. Ακόμη, το ποσοστό των βοηθητικών Τ-λεμφοκυττάρων (CD4+ T cells) στο περιφερικό αίμα σκύλων με λεϊσμανίωση θεωρείται καλή παράμετρος που σχετίζεται με τη δυνατότητα μόλυνσης των σκνιπών διαβιβαστών δίνοντας πληροφορίες για τον επιδημιολογικό κίνδυνο.
Ο σκοπός αυτής της μελέτης ήταν ο προσδιορισμός των CD4+ και CD8+ Τ-λεμφοκυττάρων στο περιφερικό αίμα σκύλων με λεϊσμανίωση που έπαιρναν θεραπεία μόνο με αλλοπουρινόλη ώστε να διασαφηνιστεί η πιθανότητα μόλυνσης των σκνιπών διαβιβαστών.
Χρησιμοποιήθηκαν συνολικά 36 σκύλοι διαφόρων φυλών, φύλου και ηλικίας κατανεμημένοι σε δύο ομάδες Α και Β. Στην ομάδα Α περιλαμβάνονταν 17 κλινικά υγιείς σκύλοι και ορολογικά αρνητικοί για Leishmania infantum, Ehrlichia canis και Dirofilaria immitis. Στην ομάδα Β μπεριλαμβάνονταν 19 σκύλοι με λεϊσμανίωση που έπαιρναν για μεγάλο χρονικό διάστημα (τουλάχιστο για 5 μήνες) αλλοπουρινόλη ως μόνη θεραπεία. Από κάθε σκύλο γινόταν λήψη αίματος και το ένα μέρος του δείγματος χρησιμοποιούταν για πλήρη αιματολογικό και βιοχημικό έλεγχο ενώ το άλλο για κυτταρομετρία ροής. Όλα τα δείγματα στέλνονταν στο εργαστήριο της κυτταρομετρίας της Εθνικής Σχολής Δημόσιας Υγείας (ΕΣΔΥ). Οι συγκρίσεις μεταξύ των ομάδων Α και Β έγιναν με τη μέθοδο independent samples student t-test. Για τη στατιστική ανάλυση των πληροφοριών χρησιμοποιήθηκε το SPSS student version 15.0. Το επίπεδο σημαντικότητας ήταν το 5% σε όλες τις συγκρίσεις.
Τα αποτελέσματα αυτής της μελέτης δείχνουν ότι, παρά το γεγονός ότι το επίπεδο ανοσίας σε ότι αφορά τους λεμφοκυτταρικούς υποπληθυσμούς πριν την έναρξη της θεραπείας είναι άγνωστο, μετά τη μακροχρόνια χορήγηση αλλοπουρινόλης οι αριθμοί των CD4+ και CD8+ Τ-λεμφοκυττάρων όπως και του λόγου CD4+/CD8+ βρίσκονται μεταξύ φυσιολογικών ορίων και δεν υπάρχουν στατιστικές διαφορές μεταξύ των ομάδων Α και Β (επίπεδο σημαντικότητας 5% σε όλες τις συγκρίσεις). Υψηλότερος κίνδυνος μολυσματικότητας για τις σκνίπες εμφανίζεται σε ζώα στα οποία το ποσοστό των CD4+ Τ-λεμφοκυττάρων είναι χαμηλότερο από 20%. Είναι πιθανό οι σκύλοι με λεϊσμανίωση που λαμβάνουν ως θεραπεία μόνο αλλοπουρινόλη για μακρό χρονικό διάστημα να εμφανίζουν μικρό έως κανένα κίνδυνο μόλυνσης για τις σκνίπες και επομένως για τη δημόσια υγεία.
Abstract:Canine leishmaniasis (CL) is a systemic disease caused by different species of the protozoan parasite of the genus Leishmania and transmitted by blood sucking plebotomine female sandflies. The responsible species in the countries bordering the Mediterranean basin is Leishmania infantum. The disease can be present with variable symptoms, since it has been shown that every organ system can be involved. It has demonstrated that the immune response of the dog to the parasite is critical for the outcome of the infection and the response to treatment. In particular, infected dogs which effectively activate the cellular immune response (Th1) remain asymptomatic, whereas dogs which activate humoral nonprotective immune response (Th2) show the clinical patent of leishmaniasis. The determination of CD4+ and CD8+ T cell populations in peripheral blood by flow cytometry (FC) is considered a simple and fast method for evaluating the immune status of dogs with CL. It has been shown that the percentage of T helper cells (CD4+ T cells) present in the peripheral blood of a dog suffering from leishmaniasis could be considered as a good parameter to be correlated with its infective potential to the vector (sandflies), thus giving infotmation of its epidemiological risk.
The aim of this study was the determination of CD4+ and CD8+ T cell subpopulations in peripheral blood of dogs with leishmaniasis receiving prolonged allopourinol monotherapy, in an attempt mainly to elucidate their infective potential to sandflies vectors.
In total 36 dogs of different breed, sex and age were used in this study, allocated into 2 groups. Group A included 17 clinically healthy dogs and seronegative for Leishmania infantum, Ehrlichia canis and Dirofilaria immitis. Group B included 19 dogs with leishmaniasis which were being given prolonged allopourinol monotherapy (at least 5 months). Blood was collected from each dog and one part of the sample was used for complete blood count and the rest part for flow cytometry measurements. All samples were transferred to flow cytometry laboratory at the National School of Public Health. Comparisons between groups A and B were performed using the independent samples student t-test. Statistical analysis of the collected data was carried out using the SPSS student version 15.0. The level of 5% is considered significant for all the comparisons made.
Although the immunological status regarding the lymphocyte subpopulations before initiation of the treatment was unknown the results of this study suggest that, after long term allopourinol administration, the number of both CD4+ and CD8+ T lymphocytes as well as the CD4+/CD8+ ratio found to be within normal limits since there is no statistical significant differences between dogs of group A and group B (p>0.05% in all comparisons). Higher infectivity risk for the sandfly presented the animals in which the percentage of CD4+ T cells was lower than 20%. It is likely that dogs with CL receiving allopourinol alone for long term therapy present no or low infectivity risk for sanflies and therefore for Public Health.