Η ανάλυση ούρων, η Ουροσκοπία, στα πολλά στάδια της εξέλιξης της, αποτέλεσε ένα εφαλτήριο γνώσης πάνω
στο οποίο στηρίχτηκε και εξελίχθηκε η ιατρική. Οι πρώτες επιστημονικές αναφορές εμφανίστηκαν στα κείμενα
του Ιπποκράτη και του Γαληνού, εξελίχθηκαν όμως σημαντικά κατά το Μεσαίωνα από τους Βυζαντινούς και
Άραβες ιατρούς. Οι Βυζαντινοί ανακάλυψαν τον 6
ο
αιώνα την πρώτη εργαστηριακή ανάλυση στα ούρα και
γενικότερα στην ιατρική, το βρασμό των ούρων για την ανίχνευση της πρωτεϊνουρίας. Η Δυτική ιατρική θα πάρει
τη σκυτάλη από τον 12
ο
αιώνα και μετά, οπότε και θα μεταφραστούν στα λατινικά, ιδιαίτερα στο Μοναστήρι του
Μοντεκασίνο στην Νότια Ιταλία, πολλά σχετικά Ελληνικά και Αραβικά κείμενα. Σημαντική συμβολή στον ύστερο
Μεσαίωνα για την ανάπτυξη της Ουροσκοπίας είχε η σχολή του Σαλέρνο η οποία συστηματοποίησε τις
προηγούμενες γνώσεις και ανέπτυξε τεχνικές που συνέβαλαν ουσιαστικά, όχι μόνο στη βελτίωση των τεχνικών
της Ουροσκοπίας αλλά και στην ανάπτυξη της δομής του μελλοντικού χημικού εργαστηρίου.
Ο μεσαιωνικός ιατρός εξετάζοντας με κάθε δυνατό μέσο τα ούρα, και ιδιαίτερα με την χρήση μίας ειδικής φιάλης,
της αμίδας, μπορούσε να διαγνώσει μία πληθώρα προβλημάτων υγείας. Ασθένειες όπως ο σακχαρώδης
διαβήτης, η πρωτεϊνουρία και ο ίκτερος είναι μερικά από τα πιο χαρακτηριστικά παραδείγματα, ενδεικτικά της
επιτυχημένης διαγνωστικής ικανότητας της Ουροσκοπίας.
Από την Αναγέννηση και μετά θα αρχίσει η παρακμή της Ουροσκοπίας η οποία θα καταστεί μέσο
εκμετάλλευσης και τσαρλατανισμού και οι πρεσβευτές της ο περίγελος της επιστημονικής κοινότητας.