Ο στατιστικός έλεγχος ποιότητας των αιματολογικών αναλυτών διαφέρει σημαντικά από τις μεθόδους των βιοχημικών και των ανοσοχημικών αναλυτών. Οι αιτίες είναι η μικρή διάρκεια ζωής των αιματολογικών δειγμάτων ελέγχου αλλά και η μικρή βιολογική και αναλυτική διακύμανση των προσδιοριζόμενων παραμέτρων. Κατά συνέπεια, υπάρχει η ανάγκη αλλά και η δυνατότητα για τη χρησιμοποίηση των τιμών ελέγχου για τον εντοπισμό αναλυτικών σφαλμάτων. Μία από αυτές τις μεθόδους, η οποία χρησιμοποιείται αποκλειστικά στους αιματολογικούς αναλυτές, είναι ο αλγόριθμος του Bull. Πρόκειται για μια παραλλαγή της ημερήσιας μέσης τιμής, με τη διαφορά ότι χρησιμοποιούνται όλες οι τιμές των ασθενών, φυσιολογικές και μη. Αυτό επιτυγχάνεται με την εξομάλυνσή τους, δηλαδή με την απομάκρυνση των ακραίων τιμών μέσω των πολύπλοκων εξισώσεων του αλγόριθμου. η αξιοπιστία του αλγόριθμου Βull διευκολύνεται από τη μικρή βιολογική και αναλυτική διακύμανση ορισμένων αιματολογικών παραμέτρων, ιδιαίτερα των ερυ - θροκυτταρικών δεικτών. Άλλη μέθοδος είναι η επανάληψη δειγμάτων ασθενών μεταξύ διαδοχικών ημερών. Για την επανάληψη επιλέγονται δείγματα διαφορετικών επιπέδων. ο αναλυτής θεωρείται ότι έχει αναλυτικό σφάλμα όταν οι διαφορές συγκεκριμένου ποσο - στού δειγμάτων έχουν υπερβεί καθορισμένα όρια. Τρίτη μέθοδος είναι η σύγκριση τιμών δειγμάτων που έχουν τρέξει σε τρεις διαφορετικούς αναλυτές. Σε αυτή την περίπτωση ο ένας αναλυτής έχει όλες τις προϋποθέσεις για να θεωρείται ο πλέον αξιόπιστος λόγω κατασκευής, ελέγχου ποιότητας κ.ά. Αυτός αποτελεί τον πρότυπο αναλυτή με τον οποίο συγκρίνονται οι τιμές των δύο υπολοίπων.